Home ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ H ιστορία ενός Βελγικού πλαγιόκαννου centaure liege belgium.

H ιστορία ενός Βελγικού πλαγιόκαννου centaure liege belgium.

by George Georgiou

Του Κωνσταντίνου Ούρρη.

Η ιστορία μας εξελίσσεται στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Ο πρώτος ιδιοκτήτης του Βελγικού πλαγιόκαννου ήταν κάποιος επιστάτης στο μεταλλείο του Ξερού, ο οποίος το πώλησε στη συνέχεια σε κάποιο Ττόουλο από την Μόρφου. Ακολούθως το όπλο κατέληξε στον Ανδρέα, επίσης από την Μόρφου. Ο γιατρός, όμως, τον συμβούλευσε να εγκαταλείψει το κυνήγι λόγω σοβαρών προβλημάτων που είχε με τα πόδια του. Έτσι, λοιπόν, ο κ. Αντώνης Κουππάρης από την Μόρφου αγοράζει το Βελγικό πλαγιόκαννο, με μήκος καννών 32 ίντζες και τσόκ 2-1, στην τιμή των 37 λιρών το 1954 και εξακολουθεί να είναι μέχρι σήμερα ο ιδιοκτήτης του.

Ο κ. Αντώνης, μανιώδης κυνηγός τότε – σήμερα διάγει το 83ο έτος της ηλικίας του – χρησιμοποιούσε το όπλο του για όλα τα κυνήγια, αφού τα θηράματα ήταν άφθονα την τότε εποχή και ειδικά στην επαρχία Μόρφου.

Φυσικά, εδώ θα πρέπει να τονιστεί ότι την εποχή που εξελίσσεται η ιστορία μας οι κυνηγοί δεν ασχολούνταν με το κυνήγι της τσίχλας και άλλων μικρών πουλιών, όπως συμβαίνει σήμερα. Τα κατ’ εξοχήν θηράματα που κυνηγιούνταν τότε ήταν ο λαγός, η πέρδικα και ακολουθούσαν οι φάσσες και τα τρυγόνια. Ειδικά στην επαρχία Μόρφου υπήρχε και το κυνήγι της πάπιας και της χήνας, που αφθονούσαν λόγω των λιμνών που υπήρχαν εκεί, αλλά και εξαιτίας του ποταμού Ορκού, ο οποίος σχημάτιζε μικρές λίμνες και κανάλια στα χωριά Αυλώνα και Συριανοχώρι.

Το Βελγικό μακρύκαννο, λοιπόν, ήταν ιδανικό για τέτοιου είδους θηράματα, λόγω των στενών τσοκ που διέθετε και με αυλούς 18.2 και στις δύο κάννες κτυπούσε σε οριακές αποστάσεις.

Ένα χρόνο μετά την αγορά του, δηλαδή το 1955, το όπλο καταλήγει στον Αστυνομικό Σταθμό Μόρφου λόγω της τότε απόφασης των Άγγλων ότι έπρεπε όλα τα κυνηγετικά να παραδοθούν στην Αστυνομία.

Μετά την ανεξαρτησία ο κ. Αντώνης παραλαμβάνει το όπλο του από τον Αστυνομικό Σταθμό Λεύκας, σε άθλια όμως κατάσταση. Αφού το παίρνει λοιπόν σε κάποιο οπλουργό της τότε εποχής, διορθώνονται κάποια πράγματα, όπως το κοντάκι και οι κάννες και το όπλο μπαίνει ξανά σε χρήση.

Το 1974 ο κ. Αντώνης Κουππάρης παίρνει τον δρόμο της προσφυγιάς και καταλήγει στον Αστρομερίτη μαζί με το Βελγικό του δίκαννο. Τα κυνήγια συνεχίζονται πλέον στις ελεύθερες περιοχές και ο «Βέλγος» αναδεικνύεται αξεπέραστος στο κυνήγι φάσσας και λαγού. Η χρήση φυσιγγίων Selier Bellot και Eley ήταν η ιδανική λύση για το μακρύκαννο σε σχέση με το κυνήγι του λαγού, σε συνδυασμό με τα στενά τσοκ και τους αυλούς 18.2.

Φτάνουμε λοιπόν στις μέρες μας, με τον κύριο Αντώνη να διάγει πλέον το 83ο έτος της ηλικίας του, όπως προαναφέραμε, αλλά το κυνήγι – κυνήγι, χωρίς καμία παρέκκλιση και ο Κένταυρος εκεί, ακλόνητος παρά τα χρονάκια του, να δουλεύει σαν καλοκουρδισμένο ρολόι.

Η μοίρα όμως επεφύλασσε ένα άδοξο τέλος για τον Κένταυρο. Μια μέρα που ο κ. Αντώνης είχε επιστρέψει από κάποια κυνηγετική εξόρμηση πήρε το όπλο του για καθάρισμα στο πίσω μέρος του σπιτιού του, όπου είχε μία μεγάλη αποθήκη. Αφού το καθάρισε, λοιπόν, το έβαλε στην θήκη του και το άφησε εκεί. Η αποθήκη για άγνωστο λόγο γίνεται παρανάλωμα του πυρός – από αποτσίγαρο ή βραχυκύκλωμα, κανένας δεν μπόρεσε να πει με βεβαιότητα. Τα πάντα καταστράφηκαν ολοσχερώς, όπως διαλύθηκε και ένα Mercedes αντίκα. Μετά την φωτιά ο κ. Αντώνης αρχίζει να ψάχνει στα αποκαΐδια για τον Κένταυρο. Τον βρίσκει σε μια κατάσταση που κάποιος θα μπορούσε να πει ότι έπρεπε να παραδοθεί άμεσα στην Αστυνομία για καταστροφή! Ο αδελφότεκνος όμως του κύριου Αντώνη, Χρίστος Κουππάρης, αναλαμβάνει να πάρει το όπλο σε κάποιο οπλουργό για να πάρει μια δεύτερη γνώμη. Ένα απόγευμα, λοιπόν, το όπλο καταλήγει κοντά μου μέσα σε μια μαύρη σακούλα σκουπιδιών. Με την πρώτη ματιά αμέσως έλεγες «τέλειωσε, είναι πλέον άχρηστο». Με μια πιο ενδελεχή επισκόπηση, όμως, διαπίστωνες ότι το όπλο αυτό μπορούσε να επιδιορθωθεί. Έλειπε όμως το παρακόντακο και αυτό ήταν πρόβλημα. Είπα στον Χρίστο να πάνε αμέσως εκεί που βρήκαν το όπλο, γιατί εκεί θα έπρεπε να βρίσκεται και το παρακόντακο, αλλά μου είπε ότι ένας εκσκαφέας γέμισε δύο φορτηγά – Octupus!! – με μπάζα και αποκαΐδια και τα πέταξαν σε μια χωματερή στο χωριό.

Η επιμονή, όμως, καμμιά φορά φέρνει αποτελέσματα. Την επομένη, λοιπόν, οργανώθηκε «συνεργείο» με ανιχνευτή μετάλλων, αποτελούμενο από τον κύριο Αντώνη, τον Χρίστο Κουππάρη και τους δύο του γιους, Δημήτρη και Αποστόλη (16 και 14 χρονών). Αφού τους δείξαμε περίπου τι θα αναζητούσαν, με βάση πολλά παρόμοια πλαγιόκαννα, άρχισαν μία άνιση μάχη με τα σκουπίδια. Και όμως, όπως λέμε και στα κυπριακά «άμα θέλει ο σιεηττάνης», με την πρώτη πέτρα που σήκωσε ο μικρός Αποστόλης τον άκουσαν να φωνάζει: «Μήπως εν τούτο που γυρεύκουμε;» Πράγματι, στο χέρι του ο μικρός κρατούσε το παρακόντακο του Κένταυρου! Καμένο βέβαια, αλλά τα μεταλλικά του μέρη βρίσκονταν σε λειτουργήσιμη κατάσταση!!

Στο εργαστήριο το όπλο πλέον συναρμολογείται και διαπιστώνουμε ότι λειτουργεί. Σούστες, βελόνες και κάννες βρίσκονται σε καλή κατάσταση. Χρειάζεται ωστόσο κοντάκι και παρακόντακο. Το μόνο σίγουρο, όμως, είναι ότι ο κ. Αντώνης θα κυνηγήσει ξανά με το Βελγικό του πλαγιόκαννο, το οποίο έχει ακόμη αρκετά χρόνια ζωής…

You may also like